top of page

Τα κείμενά μου είναι φίλτρα για τους ανθρώπους που θέλω να έχω στη ζωή μου.

Αναζήτηση
  • Εικόνα συγγραφέαConstantina Delimitrou

Το κερασάκι

Έγινε ενημέρωση: 1 Σεπ 2022



Αν αργούσες έστω 5 λεπτά, θα τα έβλεπες κι αυτά, να μοστράρουν στη σούμα της καλοκαιρινής σου άδειας. “Μείον 3 ώρες και 13 λεπτά από την άδειά σας φέτος κύριε Αντωνίου!”. Πόσο εύκολα μαζεύονται τα άτιμα τα λεπτά μέχρι να τρέξεις από το σπίτι στο γραφείο και να κρυφτείς στη χαμηλή σου θέση. Τα λεπτά αφού σχολάσεις βέβαια, αυτά είναι κβαντικά. Κανείς δεν τα καταγράφει, κανείς δεν τα παρατηρεί. Άρα δεν υπάρχουν.


Όπως κάθε χρονιά, έτσι και τώρα θα έπαιρνε τις δύο βδομάδες άδειας… ή μάλλον τη 1 εβδομάδα, τις 4 μέρες, τις 4 ώρες και τα 40 λεπτά του και θα πήγαινε στο εξωτικό Μελίσσι. Πάντα ήθελε, έστω για μια φορά, να κοκορευτεί κι αυτός, να πει πήγα Κάπρι, το μέρος - τρόπαιο κάθε μεγαλοπελάτη και το αγαπημένο για κουτσομπολιό κάθε ξιπασμένου φτωχο-υπαλλήλου. Όπως η Μύκονος ένα πράγμα. Που όλοι πάνε για 1-2 μέρες το πολύ και μετά δεν τολμάς να την αναφέρεις και σου μιλάνε ασταμάτητα, τους ξέρουν όλους, έχουν οδηγίες, δικούς τους ανθρώπους, τα καλύτερα δωμάτια, εστιατόρια, κουτσομπολιά, είναι πια δική τους η Μύκονος λες και γεννήθηκαν εκεί. Αλλά το ξέρουν και το ξέρεις: ούτε μυρωδιά.


Ονειρευόταν πως έκλεινε διακοπές στο Κάπρι με ιδιωτικό τζετ, φουλ μπόντι μασάζ στην πτήση και για διαμονή, τη μεγαλύτερη σουίτα του πιο ακριβού ξενοδοχείου. Όσο πιο φωτιά και λάβρα οι τιμές, τόσο καλύτερα. Εκδίκηση.


Χειμώνας όμως και η άδειά του αργούσε. Το μόνο που επέτρεπε στον εαυτό του να ονειρεύεται ήταν τη Μεγάλη Έξοδο. Μέχρι τότε όμως, κάποιες στιγμές βούλιαζε στην καθημερινότητα και βάλτωνε όπως ακριβώς και πριν το σημείο - μηδέν του. Από συνήθεια.


Πολλές φορές, όσο φοβισμένος κι αν είσαι, το γραφείο σου δεν σε χωρά για να κρυφτείς ικανοποιητικά. Λες και είναι αόρατο στις χειρότερες στιγμές σου, λες και αναβοσβήνει σαν φάρος όποτε κάποιος περάσει. Όσο και να σκύβεις, όλο και κάποιος θα σε διακόψει, θα θυμηθεί τα πετσιασμένα τυροπιτάκια στον γάμο του Σαββάτου, τις σέλφις της πελάτισσας, το ριπόρτ που δεν έκανες ή το λατρεμένο των απανταχού προϊσταμένων: με τι ασχολείσαι τώρα; Αν δε, είσαι ακόμη πιο “τυχερός” θα σε ειδοποιήσουν για έκτακτο μίτινγκ. Κι αν ο Ερμής σού κάνει και τα γλυκά μάτια, το μίτινγκ θα μετατραπεί σε παρουσίαση-υπερπαραγωγή με την παρουσία του σι-ι-όου.


Κάθε φορά που αγανακτούσε και ήταν έτοιμος να μοιράσει σφαλιάρες, θυμόταν το κερασάκι του. Το σημείο που όλα τέλειωσαν. Και το μικροσκοπικό του κουκουτσάκι που όπου να’ναι θα γινόταν κοτρώνα και θα τους έλιωνε όλους σα μύγες. Που αν το σκεφτείς, κανείς δεν πέτυχε ποτέ μύγα με κοτρώνα αλλά όσο να πεις, είναι τουλάχιστον απολαυστικό να το φαντάζεσαι. Εκείνο το πρωί, υποδέχτηκε την πελάτισσα στο ισόγειο μαζί με τον γενικό. Η έκτακτη παρουσίαση θα γινόταν στον πέμπτο. Ο γενικός μπήκε στο ασανσέρ μαζί της και μόλις πήγε να μπει κι εκείνος, απλά του έκανε νόημα να σταματήσει και ενοχλημένος, του είπε: “εσείς κύριε Αντωνίου, θα πάτε με τις σκάλες”. Ο γενικός και η πελάτισσα, συνέχισαν τη συζήτηση μέχρι που έκλεισε η πόρτα στα φρικαρισμένα μούτρα του. Χρειάστηκε λίγα ακόμη λεπτά μέχρι να καταφέρει να το ρίξει κι αυτό να σιγοβράζει μαζί με τα υπόλοιπα αμάσητα στα μεγάλα καζάνια του μυαλού του, ώστε να μπορέσει να κάνει την έκτακτη ρημαδοπαρουσίαση.

Για τη Μαίρη της ρεσεψιόν, το κερασάκι της, ήταν προφανώς το χέρι του γλοιώδη μάνατζερ στον κώλο της εκείνο το βράδυ στο πάρτι της εταιρείας, που αφού ήταν τέρμα μεθυσμένος δεν πιανόταν για σεξουαλική παρενόχληση, της είπαν, τη μέρα που εντελώς τυχαία την απέλυσαν. “Λόγω κρίσης” της είπαν. Λόγω κρίσης μέσης ηλικίας του κωλόγερα, προφανώς.

Για τον Νίκο του λογιστηρίου, το κερασάκι του ήταν το περίφημο “διόρθωσε το τιμολόγιο ρε πούστη μην έρθω από εκεί και σε γαμήσω” του βαρύμαγκα γενικού της νέας πολυεθνικής που ανέλαβε η εταιρεία πριν τρεις μήνες και μόνο κώλο δεν έδωσαν για να υπογράψουν μαζί τους. Αλλά τώρα έπρεπε να δώσει ο Νίκος.

Ναι, προφανώς όλοι είχαν τα κερασάκια στην καριέρα τους. Εκείνα τα σημεία που κάτι κάνει ένα μεγάλο κρακ μέσα σου και είτε ψοφάς στον φόβο ή λυσάς για αίμα. Μαύρο ή άσπρο. Δεν υπάρχει γκρι. Γκρι είναι μόνο αυτό που βλέπεις εξωτερικά. Γκρι, αδιάφορους και ανέκφραστους ανθρώπους, αν και το μόνο που δείχνει να τους παθιάζει είναι η ψιλοκουβέντα, το κουτσομπολιό και η Δουλειά. Τα πετσιασμένα τυροπιτάκια και το ριπόρτ. Α, και το Κάπρι.

Passive aggressive assholes, τους είχε περιγράψει μια φοιτήτρια ψυχολογίας. Καταπίεση, θυμός και φόβος που γίνονται καζάνια που βράζουν και βράζουν και βράζουν. Το απαίδευτο μάτι τη βλέπει γκρι αλλά σύντομα ξέρεις πως απλά πρόκειται για τα pantone των εταιρειών. Σύντομα ξέρεις ότι έχεις γύρω σου όλα τα κόκκινα. Έχεις ακούσει passive aggressive asshole να σου μιλά για πετσιασμένο τυροπιτάκι, Σαββατοκύριακο στο Κάπρι ή με τι ασχολείσαι; Όποιο κι αν είναι το θέμα, τρέμει το στόμα του, γουρλώνουν τα μάτια του, βγαίνουν οι κυνόδοντες, τα χέρια δεν μαζεύονται, λες θα φάω ξύλο. Και γέλια, μόνο υστερικά γέλια δεξιά αριστερά σου, σα χαλάζι. Ένα μάτσο ηφαίστεια όλοι. Που δεν σκάνε. Μόνο βράζουν, κοκκινίζουν και τρέμουν ασταμάτητα. Ακόμη και για ένα πετσιασμένο τυροπιτάκι. Ή μάλλον, ειδικά για ένα πετσιασμένο τυροπιτάκι. Εκεί, μάλιστα. Τους παίρνει.

Εκείνο το πρωί, τελείωνε την αναφορά του κι ετοιμαζόταν να φτιάξει καφέ. Ήρθε η Μάρθα του τρίτου, είπαν μερικά βαρετά και πήγε στην κουζίνα. Χύθηκε λίγος καφές στο πάτωμα και όταν έσκυψε να τον καθαρίσει, πρόσεξε καλύτερα τα ψευτο-δερμάτινα παπούτσια του. Παρότι αφόρετα είχαν ψιλοξεφτίσει, αν και δεν τους έδωσε σημασία μέχρι λίγο μετά το ξεκίνημα της συνάντησης. Όταν, όσο καθόταν σταυροπόδι και τρίβονταν τα παπούτσια μεταξύ τους, είχαν γεμίσει το ανοιχτόχρωμο ξύλινο πάτωμα με φλούδες μαύρης δερματίνης. Τη στιγμή που σηκώθηκε να παρουσιάσει, τα τρισάθλια πλέον παπούτσια του, αλλού γυαλιστερά, αλλού θαμπά με φουσκάλες ή κομμάτια να κρέμονται σαν μισοξεφλουδισμένη πατάτα, είχαν πια κερδίσει όλα τα βλέμματα.

Ήταν το τελευταίο του ζευγάρι “ανθρώπινα” παπούτσια που είχε καταχωνιάσει για πάνω από μια τριετία στο πατάρι γιατί δεν του άρεσαν καθόλου και τελευταία είχε αναγκαστεί να φορέσει πάλι για να μη γίνει πολύ ρεζίλι με τα τρύπια του. Η δερματίνη όμως είναι άτιμο πράγμα άμα πολυκαιρίσει. Γεμίζει φουσκάλες που με την παραμικρή επαφή σκάνε ξεκολλάνε και πέφτουν. Τελείωσε την παρουσίαση, δέχτηκε θετικά σχόλια και κρύφτηκε πάλι στην κιτσάτη πολυθρόνα της αίθουσας, αλλά πια κανείς δεν μπορούσε να πάρει εντελώς τα μάτια του από το πάτωμα που το είχε σπείρει παντού με τις μαύρες νιφάδες.

Η φτώχεια του το τελευταίο διάστημα, τον είχε ταλαιπωρήσει πολύ. Όσο πιο φτωχός έχεις την ατυχία να είσαι, τόσο πιο δύσκολη η καθημερινότητά σου. Από τη μετακίνησή σου και τα ρούχα που πρέπει να φοράς, μέχρι το παραμικρό θέμα υγείας ή ακόμα και τα λόγια σου, μπορούν να σε βάλουν σε μεγάλες περιπέτειες. Που συνήθως σε βάζουν. Μια απεργία στις συγκοινωνίες, μια κοινωνική εκδήλωση, μια έκτακτη υποχρέωση, ένα επίμονο βηχαλάκι από το πουθενά, “πού θα πάμε το Σάββατο;”, όλα γύρω σου είναι από απρόσιτα έως βασανιστικά. Μέχρι φυσικά τη Μεγάλη Έξοδο.

Αντί να βλέπει τις μαύρες νιφάδες στο πάτωμα, προτίμησε πάλι να ταξιδέψει νοερά 43 μήνες στο μέλλον. Στο δικό του αγαπημένο μέρος. Του είχαν μείνει ακριβώς 43 μήνες μέχρι να καταφέρει να το σκάσει στο χωριό της μάνας του στο νησί. Ένα χωραφάκι 200 μέτρα όλα κι όλα, με ένα ερείπιο στη μέση που θα το σουλούπωνε εν καιρώ. Κι αντίο ενοίκια, συγκοινωνίες, παπούτσια που σε ντροπιάζουν και τα λοιπά ταλαιπωριακά της πόλης. Τα καλά του πολιτισμού βέβαια, θα του έλειπαν πολύ αλλά όχι ότι είχε καταφέρει να τα απολαύσει κιόλας. Τι να την κάνεις την θεατράρα με τις υπερπαραγωγές ακριβώς δίπλα στο υπογειάκι σου, τη στιγμή που ένα εισιτήριο κοστίζει όσο το σούπερ μάρκετ για όλη τη βδομάδα; Πώς να ρισκάρεις να κάνεις φίλους και να καταφέρνεις μετά να “χάνεσαι” κάθε φορά που σου τελειώνει ο μισθός; Ερημίτης χίλιες φορές.

“Κύριε Αντωνίου, πότε θα έχετε έτοιμο το σπάσιμο του προϋπολογισμού;”.

Ο Γενικός τον πρόλαβε γελαστός “τι τον ρωτάτε κύριε Πατέλη, σήμερα ο Βαγγελάκης μας δεν θα φύγει αν δεν το έχετε”. Κι αμέσως, γύρισε απειλητικός προς το μέρος του. “Έλα Βαγγέλη μου, ακόμα εδώ είσαι; Ξεκίνησε άμεσα τον προϋπολογισμό, σε παρακαλώ. Τρέχουμε τώρα!”

Σηκώθηκε, χαιρέτησε ευγενικά και βγήκε από την αίθουσα, αφήνοντας πίσω του τις μαύρες νιφάδες δερματίνης. Πήρε την τσάντα του και ξεκίνησε να περπατά με το σώμα και το μυαλό του προς την έξοδο. 43 μήνες μπροστά, 243 πίσω, κάτι σφαλιάρες πιο πριν, ένα κερασάκι πιο πέρα, το μυαλό του τώρα είχε ανοίξει διάπλατα τα μεγάλα καζάνια κι άρχισε να περιχύνει το διάβα του με κατακόκκινη λάβα. Έκαιγε τα πάντα γύρω του και του άνοιγε δρόμους που κανείς άλλος δεν είχε πατήσει. Καυτούς και γεμάτους κρατήρες και πτώματα, αλλά δρόμους.


Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Ψυχικό

Το διήγημα ‘’Ψυχικό” διακρίθηκε στον 3ο διαγωνισμό διηγήματος ΛόγωΤέχνης της ArtSpot και συμπεριλαμβάνεται στην συλλογή διηγημάτων ‘’11 Λέξεις’’ των Εκδόσεων Καλέντη. Έξι νταν δεν είπα στη μάνα σου; Κ

Χριστουγεννιάτικο Παραμύθι

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό fractal Η ιστορία πίσω από το διήγημα: Κάποτε, όπως μου διηγήθηκε η μητέρα μου, μια ηλικιωμένη θεία είχε ζάχαρο και χρειάστηκε να της κόψουν το πόδι. Τότε, είχαν την ευθύνη

bottom of page